«Αλήθεια και ψεύδος»
Το γεγονός ότι «
άντεχε καλύτερα απ’όσο θα περίμενε κανείς» ήταν μια επίπονη προσπάθεια για την
Μάργκαρετ. Κάποιες φορές σκεφτόταν ότι έπρεπε να τα παρατήσει και να αφεθεί να κλάψει από
πόνο, καθώς αίφνης την συντάραζε η σκέψη, ακόμα και στη μέση μιας φαινομενικά
πρόσχαρης συζήτησης με τον πατέρα της, πως πλέον δεν είχε τη μητέρα της. Όσον
αφορούσε τον Φρέντερικ, υπήρχε και εκεί μεγάλη αβεβαιότητα. Η Κυριακή ήρθε και έφυγε χωρίς καμμιά λέξη
από το Λονδίνο ˙ και την Τρίτη η Μάργκαρετ έκπληκτη και αποκαρδιωμένη είδε ότι
ακόμα δεν είχε φτάσει κάποιο γράμμα. Βρισκόταν στο απόλυτο σκοτάδι ως προς το τι
σχεδίαζε να κάνει ο Φρέντερικ και ο πατέρας της ήταν θλιμμένος με όλη αυτή την αβεβαιότητα. Κάτι που τον
έκανε να παραβιάσει την συνήθεια που είχε προσφάτως αποκτήσει : να κάθεται σε
μια σεζ-λονγκ τις μισές ώρες της ημέρας. Αντίθετα, εξακολουθούσε να κόβει βόλτες
πάνω κάτω στο δωμάτιο και ύστερα συνέχιζε και έξω από αυτό. Τον άκουγε να
πηγαινοέρχεται στον πάνω όροφο και να ανοιγοκλείνει τις πόρτες των δωματίων
χωρίς προφανή λόγο. Προσπάθησε να τον ηρεμήσει
διαβάζοντάς δυνατά – ήταν όμως
φανερό ότι δεν μπορούσε να τον κάνει να συγκεντρωθεί για πολύ. Πόσο χαιρόταν
που είχε κρατήσει μόνο για τον εαυτό της μια επιπλέον πηγή ανησυχίας που
προκάλεσε η συνάντησή τους με τον Λέοναρντς. Χάρηκε επίσης όταν αναγγέλθηκε η άφιξη του
κυρίου Θόρντον. Η επίσκεψή του θα ανάγκαζε τη σκέψη του πατέρα της να στραφεί
σε άλλα θέματα.
Εκείνος, προχώρησε κατευθείαν προς το μέρος του πατέρα της,
έπιασε τα χέρια του και τα έσφιξε δυνατά, κρατώντας τα ανάμεσα στα δικά του για
πολλή ώρα, ενώ τα μάτια και το βλέμμα
του έδειχναν περισσότερη συμπόνια
απ’ όση θα μπορούσαν να εκφράσουν οι λέξεις.
Έπειτα στράφηκε στη Μάργκαρετ. Δεν φαινόταν «καλύτερα απ’ όσο θα
περίμενε κανείς.» Η αρχοντική της ομορφιά είχε ξεθωριάσει από τις ατελείωτες
μέρες φροντίδας και τα πολλά δάκρυα. Το
πρόσωπό της είχε μια έκφραση πραότητας, θλίψης και απαντοχής – ή μάλλον έδειχνε
ότι σίγουρα υπέφερε ακόμα. Δεν είχε κατά νου να την χαιρετήσει με τρόπο άλλο
από αυτόν της μελετημένης ψυχρότητας που είχε υιοθετήσει πρόσφατα. Όμως, δεν
μπόρεσε να μην πάει κοντά της, έτσι όπως εκείνη καθόταν παράμερα με συστολή,
εξαιτίας της αβέβαιης, ψυχρής συμπεριφοράς του τον τελευταίο καιρό, και να της
πει δυο τυπικά λόγια παρηγοριάς αλλά με
τόσο τρυφερή φωνή που τα μάτια της γέμισαν δάκρυα και έστρεψε στο πλάι το
πρόσωπό της για να κρύψει τη συγκίνησή της. Πήρε το εργόχειρό της και κάθισε
πολύ ήσυχη και σιωπηλή. Η καρδιά του κυρίου Θόρντον χτυπούσε γρήγορα και δυνατά
και προς στιγμήν ξέχασε εντελώς το
σταθμό του Άουτγουντ. Προσπάθησε να
κουβεντιάσει με τον πατέρα της και -
καθώς η παρουσία του, δυνατή και αποφασιστική όπως και οι απόψεις του που έμοιαζαν με σίγουρο
λιμάνι ευχαριστούσαν πάντα τον κύριο Χέηλ – η Μάργκαρετ είδε πως ο πατέρας της
ήταν ασυνήθιστα χαρούμενος.
Εκείνη τη στιγμή, η Ντίξον ήρθε στην πόρτα και είπε :
«Δεσποινίς Χέηλ, σας ζητούν.»
Η Ντίξον φαινόταν τόσο ταραγμένη που η Μάργκαρετ ένοιωσε την
καρδιά της να βουλιάζει. Κάτι είχε συμβεί στον Φρέντ. Δεν είχε καμμιά αμφιβολία
γι αυτό. Ευτυχώς που ο πατέρας της και ο κύριος Θόρντον ήταν βαθιά απορροφημένοι από τη συζήτησή
τους.
«Τι συμβαίνει, Ντίξον ;» ρώτησε η Μάργκαρετ, τη στιγμή που
έκλεινε πίσω της την πόρτα του σαλονιού.
«Ελάτε από εδώ, δεσποινίς,» είπε η Ντίξον, ανοίγοντας την
πόρτα που άλλοτε οδηγούσε στη κρεββατοκάμαρα της κυρίας Χέηλ όμως τώρα ανήκε στην Μάργκαρετ, αφού ο πατέρας της
αρνιόταν να κοιμηθεί εκεί μετά το θάνατο της γυναίκας του. «Δεν είναι τίποτα, δεσποινίς» είπε κάπως
πνιχτά η Ντίξον. «Μονάχα ένας ανακριτής από την αστυνομία. Θέλει να δει εσάς,
δεσποινίς. Αλλά, κατά πως μου φαίνεται, δεν είναι για κάτι σοβαρό.»
«Μήπως ανάφερε…» ρώτησε η Μάργκαρετ με φωνή που σχεδόν δεν
ακουγόταν.
«Όχι, δεσποινίς, δεν ανάφερε τίποτα. Ρώτησε μονάχα αν μένετε
εδώ, και αν μπορούσε να σας μιλήσει. Η Μάρθα άνοιξε την πόρτα και τον
υποδέχτηκε, τον πέρασε στο γραφείο του
κυρίου. Πήγα εγώ να δω τι ήθελε, μήπως μπορούσα να φανώ χρήσιμη, αλλά όχι –
ήθελε να δει εσάς.»
Η Μάργκαρετ έμεινε σιωπηλή μέχρι που το χέρι της άγγιξε το
πόμολο της πόρτας. Έπειτα στράφηκε και
είπε: « Το νου σου μην κατέβει κάτω ο πατέρας. Είναι μαζί του ο κύριος Θόρντον,
τώρα.»
Ο αστυνόμος κόντεψε
να τα χάσει μόλις είδε την Μάργκαρετ να μπαίνει αγέρωχη. Το
ύφος της πρόδιδε κάποια αγανάκτηση, την οποία όμως συγκρατούσε τόσο καλά υπό έλεγχο, ώστε έμοιαζε να έχει
έναν αέρα απαξιωτικό. Δεν έδειχνε καμμία έκπληξη, ούτε περιέργεια. Στεκόταν και
περίμενε από εκείνον να εκθέσει τους λόγους της παρουσίας του. Εκείνη δεν έκανε
καμμία ερώτηση.
«Σας ζητώ συγνώμη, κυρία, αλλά το καθήκον μου με υποχρεώνει
να σας θέσω μερικές απλές ερωτήσεις. Ένας άνδρας απεβίωσε στο Νοσοκομείο, συνεπεία της πτώσης του που
συνέβη στο σταθμό Άουτγουντ, μεταξύ των ωρών πέντε και έξι, την Πέμπτη το
απόγευμα, εικοσιέξι τρέχοντος. Αρχικά η
πτώση θεωρήθηκε ανευ σημασίας, όμως αποδείχτηκε μοιραία καθώς λένε οι γιατροί,
εξαιτίας κάποιου εσωτερικού τραυματισμού και της συνήθειας του ιδίου
να πίνει.»
Τα μεγάλα σκούρα μάτια που τον κύτταζαν καταπρόσωπο φάνηκαν
να διαστέλλονται λίγο. Αυτή ήταν και η μοναδική αλλαγή που αντιλήφθηκε χάρις στην παρατηρητικότητα και την εμπειρία του. Τα
χείλη της φάνηκαν να στρογγυλεύουν
κάνοντας την κάτω καμπύλη να διαγράφεται ακόμα πιο έντονα, ίσως εξαιτίας
της μυικής έντασης αλλά εκείνος δεν γνώριζε πώς ήταν υπό φυσιολογικές συνθήκες
το παρουσιαστικό της, ώστε να αναγνωρίσει τις ασυνήθιστα βλοσυρές γραμμές Δεν
φάνηκε να σαλεύει στο ελάχιστο. Τον κύτταζε κατάματα. Τώρα, καθώς εκείνος έκανε
μια παύση προτού συνεχίσει, είπε – σαν να τον
ενθάρρυνε να αφηγηθεί όλη την
ιστορία του : «Λοιπόν, συνεχίστε !’
« Θα πρέπει να διεξαχθεί
έρευνα. Υπάρχει κάποια αμυδρή ένδειξη ότι το χτύπημα, ή η ώθηση ή η
συμπλοκή η οποία προκάλεσε την πτώση, συνέβησαν επειδή αυτός ο δύστυχος υπό
την επήρεια μέθης φέρθηκε με απρέπεια σε κάποια νεαρή κυρία που οποία συνοδευόταν από τον νεαρό άνδρα ο οποίος
έσπρωξε τον αποθανόντα κάτω από την αποβάθρα. Αυτό τουλάχιστο κατέθεσε ένας
μάρτυρας που ήταν στην αποβάθρα, ο οποίος εντούτοις δεν έδωσε συνέχεια στο
γεγονός καθώς προς στιγμήν το χτύπημα
φάνηκε ότι είχε ελάχιστες συνέπειες. Έχουμε λόγους να πιστεύουμε ότι η
συγκεκριμένη νεαρή κυρία, ήσασταν εσείς, οπότε
σε αυτήν την περίπτωση…»
«Δεν βρισκόμουν εκεί» είπε η Μάργκαρετ εξακολουθώντας να τον κυττά ανέκφραστα με το απλανές βλέμμα που έχουν οι υπνοβάτες.
«Δεν βρισκόμουν εκεί» είπε η Μάργκαρετ εξακολουθώντας να τον κυττά ανέκφραστα με το απλανές βλέμμα που έχουν οι υπνοβάτες.
Ο επιθεωρητής υποκλίθηκε αμίλητος. Η κυρία που στεκόταν
απέναντί του, δεν έδειχνε κανένα συναίσθημα, κανένα ίχνος φόβου ή ανησυχίας και
δεν αδημονούσε να τελειώσει η ανάκριση.
......................................................................
......................................................................
Δεν ήταν εξακριβωμένο πως η νεαρή κυρία και ο τζέντλεμαν ήταν εκείνο το ζευγάρι , όμως ήταν κάποια
σοβαρή πιθανότητα.
......................................................................
«Επομένως, κυρία μου, έχω την αρνητική σας δήλωση ως προς το
ότι ήσασταν εσείς η κυρία που συνοδευόταν από τον τζέντλεμαν ο οποίος κατέφερε
το χτύπημα ή την ώθηση που προκάλεσε τον θάνατο εκείνου του άτυχου άνδρα;»
Μια αστραπή πόνου διαπέρασε το μυαλό της Μάργκαρετ: «Ω, Θεέ
μου, μακάρι να ήξερα ότι ο Φρέντερικ είναι σώος και ασφαλής!» Ένας ενδελεχής παρατηρητής
της ανθρώπινης φύσης ίσως να έβλεπε την στιγμιαία αγωνία που άστραψε στα
μεγάλα, θολά της μάτια, όπως το μαρτύριο ενός μεγάλου θαλάσσιου κήτους που
εγκλωβίζεται στην ακτή. Όμως ο επιθεωρητής, καίτοι οξύνους, δεν ήταν
ιδιαίτερα παρατηρητικός.
Εντούτοις του έκανε κάποια
εντύπωση το ύφος με το οποίο του
αποκρίθηκε, και που έμοιαζε να είναι μια
μηχανική επανάληψη της πρώτης της απάντησης – δεν είχε αλλάξει καθόλου ούτε
είχε τροποποιηθεί στο ελάχιστο έτσι ώστε να ταιριάζει στην τελευταία του ερώτηση.
«Δεν βρισκόμουν εκεί,» είπε αργά και με προσπάθεια. Και όλη
αυτήν την ώρα δεν ανοιγόκλεισε τα μάτια της ούτε άλλαξε το γυάλινο,
ονειροπαρμένο της βλέμμα. Αυτή η απάντηση που απηχούσε ίδια και απαράλλαχτα την
πρώτη της απάντηση, του κίνησε υποψίες. Ήταν σαν να είχε αναγκαστεί να
επιμείνει σε κάτι αναληθές τόσο, ώστε είχε αποστραγγίσει κάθε της προσπάθεια να
το διαφοροποιήσει.
Έβγαλε το σημειωματάριό του και αυτή του η κίνηση ήταν
εσκεμμένη. Έπειτα σήκωσε το βλέμμα του . Εκείνη δεν είχε κινηθεί περισσότερο
απ’ ότι θα είχε μετακινηθεί ένα γιγάντιο Αιγυπτιακό άγαλμα.
«Ελπίζω να μην θεωρήσετε απρέπεια το γεγονός ότι θα πρέπει
να σας επισκεφθώ και πάλι. Ίσως χρειαστεί να σας καλέσω για ανάκριση για να
παρουσιάσετε άλλοθι αν οι μάρτυρές μου» (δεν ήταν παρά ένας και μοναδικός αυτός
που την αναγνώρισε) «επιμείνουν στην κατάθεσή τους ότι ήσασταν παρούσα κατά τη
διάρκεια του ατυχούς συμβάντος.» Την κύτταξε έντονα. Στεκόταν ακόμα εντελώς
ακίνητη – καμμιά αλλαγή χροιάς ή
ένδειξη ενοχής δεν σκίαζε το
υπερήφανο πρόσωπό της. Περίμενε να τη δει να ταράζεται – δεν γνώριζε την
Μάργκαρετ Χεηλ. Φάνηκε να τα χάνει λίγο
με την βασιλική της αυτοκυριαρχία. Ίσως είχε γίνει κάποιο λάθος στην
αναγνώριση. Συνέχισε λέγοντας :
«Πολύ πιθανόν να μην χρειαστεί να κάνω κάτι τέτοιο, κυρία. Ελπίζω να με συγχωρήσετε – κάνω απλώς το
καθήκον μου, όσο κι αν αυτό μπορεί
φαίνεται αγενές.»
Η Μάργκαρετ έσκυψε το κεφάλι της καθώς εκείνος κατευθύνθηκε
προς την πόρτα. Τα χείλη της είχαν
στεγνώσει. Δεν μπορούσε να αρθρώσει ούτε έναν στοιχειώδη αποχαιρετισμό. Όμως ξαφνικά, προχώρησε εμπρός, άνοιξε την
πόρτα του γραφείου και τον συνόδευσε
μέχρι την πόρτα του σπιτιού ανοίγοντάς την διάπλατα για να βγει. Συνέχισε να τον κυττά με το ίδιο θολό, απλανές βλέμμα μέχρι που
εκείνος απομακρύνθηκε. Έκλεισε την πόρτα και προχώρησε ως τα μισά του γραφείου, έπειτα στράφηκε προς τα πίσω σαν
από κάποια ενστικτώδη παρόρμηση και κλείδωσε την πόρτα.
Κατόπιν, πήγε στο γραφείο, κοντοστάθηκε, έκανε μερικά ασταθή βήματα προς τα εμπρός, κοντοστάθηκε
ξανά, ταλαντεύθηκε για λίγο εκεί που βρισκόταν και ύστερα έπεσε αναίσθητη στο
πάτωμα.
Πολύ μου άρεσε αυτό το κεφάλαιο! Δεν καταλάβαινα όλες τις λεπτομέρειές του από τα αγγλικά.
ΑπάντησηΔιαγραφήΛοιπόν, Μαργαρίτα, η υπόθεση άρχισε να γίνεται ενδιαφέρουσα, φτάσαμε πια στην καρδιά του μυθιστορήματος. Αλλά κι εσύ μεταφραστικά φαίνεται πως απόκτησες κάποια εμπειρία, είναι ολοφάνερη σε αυτό το κεφάλαιο.
Από τη μεριά μου εκτυπώνω τις αναρτήσεις σου για προσωπική μου απόλαυση και τις έχω δίπλα στο κρεβάτι μου. Χτες το ξεκίνησα πάλι από την αρχή. Δεν το χορταίνω!
Καταλαβαίνω ότι θα αργήσει η επόμενη ανάρτηση, γι'αυτό σου εύχομαι Καλά Χριστούγεννα και Ευτυχισμένο το 2015!
Λίγο (δηλαδή πολύ) καθυστερημένη η απάντηση, και ζητώ συγνώμη γι αυτό.
ΔιαγραφήΣ'ευχαριστώ πολύ για τα καλά σου λόγια, πραγματικά το μυθιστόρημα αυτό είναι - για μένα- από τα πλέον αξιόλογα του 19ου αιώνα.
Ο ρυθμός που προσπαθώ να κρατώ είναι περίπου ένα κεφάλαιο το μήνα. Αν έχω χρόνο - όπως πέρισυ- ίσως και δύο. Τα σχόλια που λαβαίνω, να είσαι σίγουρη ότι είναι ένα ΠΟΛΥ θετικό κίνητρο.