Σάββατο 12 Δεκεμβρίου 2015

Κεφάλαιο 52ο: " Διώξε τα σύννεφα"

Κεφάλαιο 52ο:
"Διώξε τα σύννεφα"

...................................................................................................................................................................
Κανείς δεν έμαθε ποτέ γιατί ο κύριος Λέννοξ δεν ήταν συνεπής στο ραντεβού του την επόμενη ημέρα.
Ο κος Θόρντον όμως, ήταν ακριβής στην ώρα του και αφού τον άφησε να περιμένει σχεδόν μια ώρα , η Μάργκαρετ κατέβηκε – ήταν χλωμή και ανήσυχη.
Άρχισε να μιλάει βιαστικά. « Σας ζητώ συγνώμη που δεν είναι εδώ ο κύριος Λέννοξ – θα μπορούσε να τα καταφέρει καλύτερα από εμένα. Είναι ο σύμβουλός μου σ’ αυτά….»
« Λυπάμαι που ήρθα αν αυτό σας ενοχλεί. Μήπως να πάω στην οικία του και να προσπαθήσω να τον βρω;»
«Όχι, ευχαριστώ. Ήθελα να σας πω πόσο πολύ με λύπησε το ότι θα σας χάσω από ενοικιαστή. Αλλά ο κος Λέννοξ λέει ότι τα πράγματα θα φτιάξουν….»
«Ο κος Λέννοξ δεν γνωρίζει πολλά επ αυτού,» είπε ήσυχα ο κος Θόρντον. «Ευτυχής και τυχερός σε όλα όσα αφορούν έναν άνδρα, δεν κατανοεί τι σημαίνει να μην είσαι πλέον νέος και όμως να πρέπει να ξαναρχίσεις από την αρχή, κάτι που απαιτεί όλη την ενέργεια και την ελπίδα που μπορεί να δώσει η νιότη∙ να νοιώθεις ότι η μισή σου ζωή έχει φύγει και δεν έκανες τίποτα – να μην έχει μείνει τίποτα από την χαμένη ευκαιρία παρά η πικρή ανάμνηση του παρελθόντος. Δεσποινίς Χέηλ, θα προτιμούσα να μην ακούσω την άποψη του κου Λέννοξ για τα όσα με αφορούν. Όσοι είναι επιτυχημένοι και ευτυχείς συχνά δεν παίρνουν στα σοβαρά την δυστυχία των άλλων.»
«Είστε άδικος,» είπε η Μάργκαρετ απαλά. « Ο κος Λέννοξ αναφέρθηκε μόνο στην σπουδαία πιθανότητα που πιστεύει ότι υπάρχει για να ξανακερδίσετε αυτά που χάσατε και ακόμα περισσότερα. Μην μιλήσετε μέχρι να τελειώσω – σας παρακαλώ!»
Συγκεντρώθηκε ξανά και άρχισε να ψάχνει βιαστικά και να ξεφυλλίζει κάποια νομικά έγγραφα και λογιστικούς πίνακες, με χέρια που έτρεμαν. «Ω, να - εδώ είναι! Μου έδειξε μια πρόταση – μακάρι να ήταν εδώ να την εξηγήσει - λέγοντας ότι αν σας έδινα κάποια χρήματα, χίλιες οκτακόσιες πενήντα επτά λίρες, που αυτή τη στιγμή απλά κάθονται άχρηστες στην τράπεζα αποφέροντάς μου μόνο δύο τοις εκατό , θα μπορούσατε να μου αποδώσετε μεγαλύτερο τόκο και να ξαναλειτουργήσετε την κλωστουφαντουργία Μάρλμποροου.»
Η φωνή της ήταν τώρα πιο σταθερή και ξεκάθαρη. Ο κος Θόρντον δεν μίλησε και εκείνη συνέχισε να ψάχνει ανάμεσα στα χαρτιά αναζητώντας για περισσότερη σιγουριά το έγγραφο με την πρόταση∙ επειδή αγωνιούσε να τεθούν όλα υπό το πρίσμα της εμπορικής συναλλαγής έτσι ώστε το να έχει το βασικό πλεονέκτημα με το μέρος της. Ενώ έψαχνε γι αυτό το χαρτί η καρδιά της σταμάτησε από τον τόνο με τον οποίο μίλησε ο κος Θόρντον. Η φωνή του ήταν βραχνή και έτρεμε από τρυφερότητα και πάθος καθώς της είπε:
«Μάργκαρετ!»
Σήκωσε το βλέμμα της στιγμιαία και μετά το χαμήλωσε για να κρύψει τα μάτια της που γυάλιζαν , ακουμπώντας το μέτωπό της στα χέρια της. Πλησιάζοντας πιο κοντά φώναξε το όνομά της ξανά με φωνή που έτρεμε από θέρμη:«Μάργκαρετ!»
Το κεφάλι χαμήλωσε ακόμα περισσότερο, κρύβοντας εντελώς το πρόσωπό της που τώρα σχεδόν ακουμπούσε πάνω στο γραφείο. Πήγε κοντά της. Γονάτισε δίπλα της φέρνοντας το πρόσωπό του στο ίδιο ύψος με το αυτί της και ψιθύρισε – ασθμαίνοντας – τα λόγια:
«Πρόσεξε! Αν δεν μιλήσεις, θα σε διεκδικήσω με τρόπο παράξενο και αλαζονικό. Αν πρέπει να φύγω, διώξε με αμέσως – Μάργκαρετ!»
Σε αυτήν την τρίτη φορά, έστρεψε προς το μέρος του το πρόσωπό της, σκεπασμένο ακόμα με τα μικρά, λευκά της χέρια και έγειρε στον ώμο του, κρύβοντάς το εκεί ∙ ήταν τόσο υπέροχο να αισθάνεται το απαλό της μάγουλο δίπλα στο δικό του που δεν ήθελε να δει ούτε ντροπαλά κοκκινίσματα ούτε βλέμματα αγάπης. Την έσφιξε περισσότερο στην αγκαλιά του. Όμως κανείς απ΄τους δυό δεν μίλούσε. Στο τέλος, εκείνη μουρμούρισε με σπασμένη φωνή –«Ω, κύριε Θόρντον! Δεν είμαι αρκετά καλή!»
«Δεν είστε αρκετά καλή! Μην περιπαίζετε το δικό μου βαθύτατο αίσθημα ανεπάρκειας»Έπειτα ένα ή δύο λεπτά, της τράβηξε απαλά τα χέρια από το πρόσωπο και τα απόθεσε πάνω του έτσι όπως είχαν σταθεί κάποτε για να τον προστατέψουν από το έξαλλο πλήθος.

«Θυμάσαι αγάπη μου;» μουρμούρισε εκείνος. «Και πώς σου το ανταπέδωσα με την αναίδειά μου την επόμενη μέρα;»«Θυμάμαι πόσο άσχημα σας μίλησα – αυτό μόνο.»
«Δες εδώ! Σήκωσε το κεφάλι σου. Έχω κάτι να σου δείξω!» Εκείνη, αργά, στύλωσε επάνω του το βλέμμα της, λάμποντας με υπέροχη αιδημοσύνη.
«Αναγνωρίζεις αυτά τα τριαντάφυλλα;» είπε βγάζοντας το σημειωματάριό του στο οποίο είχε φυλαγμένα μερικά ξερά λουλούδια.
...........................................................................

3 σχόλια:

  1. Εκπληκτική δουλειά ευχαριστούμε θερμά!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ενα μεγαλο μπραβο για τον κοπο που κατεβαλες να μεταφρασεις το βιβλιο.εξαιρετικη δουλεια!μια απορια μου δημιουργηθηκε διαβαζοντας το.απο τι πεθανε η κ.Χεηλ;δε νομιζω οτι αποσαφηνιζεται.διορθωστε με αν κανω λαθος.επισης θελω να ρωτησω(και μη με παρετε για τρελη,χαχα) αν ειμαι η μονη που καθε φορα που μιλαει ο Τ.Θορντον τον ακουει στο μυαλο της με τη φωνη του R.Armitage!καλη χρονια σε ολους!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Δεν διευκρινίζεται η ασθένεια της κυρίας Χέηλ. Ίσως κάποια πάθηση του αναπνευστικού - άσθμα, Χ.Α.Π. τη οποία ο μολυσμένος από τους ρύπους των εργοστασίων αέρας του Μίλτον την επιδείνωσε. Όσο για τον Ριτσαρντ Αρμιταζ...αρκεί να πω ότι είδα τα τελευταία 15 λεπτά του τελευταίου επεισοδίου, τυχαία, μια μέρα του 2005. Από εκεί ξεκίνησαν όλα.....!

      Διαγραφή