Δευτέρα 14 Απριλίου 2014

Κεφάλαιο 20ο: "Άνδρες και τζέντλεμεν"


Βράζει το καζάνι των εργασιακών κινητοποιήσεων στο Μίλτον, όμως εμείς θα κάνουμε ένα μικρό ευχάριστο διάλειμμα με το δείπνο που παραθέτει η οικογένεια Θόρντον.
Ένα δείπνο που γίνεται η αφορμή για πολλές και ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις...... Θα μάθουμε και την ειδοποιό διαφορά μεταξύ των όρων "άνδρας" και "τζέντλεμαν".....(ευχαριστούμε πολύ κύριε Θόρντον!)
Περιμένω τα σχόλιά σας ....ειδικά για την Μάργκαρετ και τις προκαταλήψεις της !


Υ.Γ.
Το πορτραίτο της όμορφης Βικτωριανής κυρίας στην αρχή  του κειμένου ανήκει στην Ελίζαμπεθ Γκάσκελ.

ΒΟΡΡΑΣ Κ ΝΟΤΟΣ  - Κεφάλαιο 20ο


«Κύριοι και Τζέντλεμεν»



...............................................................................................................................................


Η Μάργκαρετ και ο πατέρας της ήταν οι πρώτοι που έφθασαν. Ο κύριος Χέηλ ανησυχούσε και ήθελε να είναι ακριβής στην καθορισμένη ώρα. Στο καθιστικό δεν ήταν κανένας άλλος εκτός από την κυρία Θόρντον και την Φάννυ. Όλα τα καλύμματα είχαν αφαιρεθεί και το δωμάτιο άστραφτε  στο κίτρινο του μεταξωτού δαμασκηνού και στα λαμπρά χρώματα των χαλιών. Κάθε γωνιά έμοιαζε να ξεχειλίζει από διακοσμητικά, έτσι που γινόταν κουραστικό για το μάτι, και παρουσίαζε μια παράξενη αντίθεση με την γυμνή άσχημη θέα στη μεγάλη αυλή του εργοστασίου όπου οι πύλες από τις οποίες έμπαιναν  οι άμαξες, έχασκαν ορθάνοιχτες.  Αριστερά, όπως κυττούσε κανείς τα παράθυρα, το εργοστάσιο ορθωνόταν πανύψηλο ρίχνοντας βαριά την πολυόροφη σκιά του  και σκοτεινιάζοντας πριν την ώρα του το καλοκαιρινό απόγευμα.

« Ο γυιός μου είναι ακόμα  απασχολημένος με κάποιες επαγγελματικές υποχρεώσεις. Θα έρθει εδώ κατευθείαν, κύριε Χέηλ. Θέλετε να καθίσετε, παρακαλώ;»
Ενώ η κυρία Θόρντον μιλούσε,  ο κύριος Χεηλ στέκονταν μπροστά σε ένα από τα παράθυρα. Στράφηκε λέγοντας :
«Δεν βρίσκετε αυτήν την στενή γειτνίαση με το εργοστάσιο κάπως δυσάρεστη μερικές φορές;»

Εκείνη όρθωσε το ανάστημά της.
«Ποτέ. Δεν έχω γίνει τόσο εκλεπτυσμένη  ώστε να επιθυμώ να λησμονήσω από πού προέρχεται η ισχύς και η περιουσία του γυιού μου. Εκτός αυτού, δεν υπάρχει άλλο τέτοιο εργοστάσιο στο Μίλτον. Μία και μόνη αίθουσα καταλαμβάνει διακόσιες είκοσι τετραγωνικές γιάρδες.»
«Εννοούσα ότι ο καπνός και  η φασαρία – το συνεχές πήγαιν’ έλα των εργατών θα είναι ενοχλητικό!»

«Συμφωνώ μαζί σας, κύριε Χέηλ!» είπε η Φάννυ. « Συνέχεια μυρίζει καπνός και λάδι μηχανής και ο θόρυβος είναι απολύτως εκκωφαντικός.»

«Έχω ακούσει να αποκαλούν  μουσική, θόρυβο που ήταν περισσότερο εκκωφαντικός.  Η αίθουσα με τις μηχανές είναι προς τη μεριά του δρόμου και την ακούμε ελάχιστα – αν εξαιρέσει κανείς τους καλοκαιρινούς  μήνες που όλα τα παράθυρα είναι ανοιχτά ˙ όσο για το διαρκές βομβητό των εργατών δεν με ενοχλεί περισσότερο απ’ότι το βουητό μιας κυψέλης. Όταν το  φέρνω στο μυαλό μου, το συνδέω με το γυιό μου και σκέπτομαι ότι  όλα του ανήκουν και πως αυτός είναι  ο άνθρωπος που διευθύνει τα πάντα. Αυτές τις ημέρες, δεν ακούγεται  κανένας θόρυβος από το εργοστάσιο ˙  όπως ίσως έχετε μάθει, οι εργάτες φάνηκαν αρκετά αχάριστοι ώστε να προχωρήσουν σε απεργία. Όμως η επαγγελματική υποχρέωση την οποία σας ανάφερα μόλις ήρθατε, έχει σχέση με τη διαδικασία που πρέπει  να ακολουθηθεί ώστε να τους κάνει να μάθουν ποια είναι η θέση τους.»  Η έκφραση στο, ανέκαθεν αυστηρό, πρόσωπό της σκοτείνιασε και έγινε μεταβλήθηκε σε θυμό καθώς τα έλεγε αυτά. Και δεν ξαστέρωσε ούτε ακόμα κι όταν μπήκε ο κύριος Θόρντον στο δωμάτιο ˙ είδε αμέσως στο πρόσωπό του το βάρος της έγνοιας και της ανησυχίας που δεν πρόλαβε να αποτινάξει από πάνω του παρά το ότι έσπευσε να  χαιρετήσει  τους καλεσμένους του  με ύφος χαρούμενο και εγκάρδιο. Χαιρετήθηκαν δια χειραψίας με τη Μάργκαρετ.

Εκείνος ήξερε ότι ήταν η πρώτη φορά που τα χέρια τους αγγίζονταν , εκείνη όμως αγνοούσε το γεγονός.  Ρώτησε για την κυρία Χέηλ και έλαβε την απάντηση του κυρίου Χέηλ αισιόδοξη και πλήρη ελπίδων. Κυττάζοντας την Μάργκαρετ, για να καταλάβει κατά πόσο συμφωνούσε με τον πατέρα της, δεν είδε κάποια σκιά να συννεφιάζει το πρόσωπό της και τότε για μια ακόμα φορά ένοιωσε να θαμπώνεται από την  μεγάλη ομορφιά της. Δεν την είχε ξαναδεί με τέτοιο φόρεμα  κι όμως φαινόταν σαν αυτή η κομψότητα να της ταίριαζε τόσο πολύ  ώστε έπρεπε να κυκλοφορεί πάντα με τέτοια ενδύματα.  


 Μιλούσε στη Φάννυ – δεν μπορούσε να ακούσει το θέμα της συζήτησης – όμως έβλεπε την αδελφή του να βρίσκεται σε ανησυχία φτιάχνοντας συνέχεια το φόρεμά της και γυροφέρνοντας το βλέμμα της αλλά χωρίς προφανή σκοπό και την σύγκρινε όχι χωρίς κάποια αμηχανία με τα μεγάλα τρυφερά μάτια που  ατένιζαν σταθερά και με προσήλωση  κάπου σαν να αντανακλούσε το φως τους εμπιστοσύνη και γαλήνη. Οι καμπύλες γραμμές των  άλικων χειλιών, που είχαν μισανοίξει δείχνοντας ενδιαφέρον σε αυτό που έλεγε η συνομιλήτριά της,  το κεφάλι της, ελαφρά σκυμμένο εμπρός δημιουργούσε μια μεγάλη καμπύλη γραμμή από  εκεί που έλαμπαν τα μαύρα κορακάτα της μαλλιά ως την απαλή φιλντισένια άκρη του ώμου. Τα λευκά, στρογγυλά χέρια, με τις παλάμες δύο τρίγωνα που ακουμπούσαν  ανάλαφρα το ένα διαγώνια στο άλλο, τελείως ακίνητα σε μια κομψή στάση. Ο κύριος Θόρντον αναστέναξε καθώς τα αντελήφθη όλα αυτά με μια αιφνίδια όσο και εξεταστική  ματιά. Κι έπειτα γύρισε  την πλάτη του στις νεαρές κυρίες και αφοσιώθηκε ολόψυχα- αν και με κάποια προσπάθεια- στη συζήτηση με τον κύριο Χέηλ.
Άρχισαν να καταφθάνουν ολοένα και περισσότεροι καλεσμένοι. Η Φάννυ έφυγε από το πλευρό της Μάργκαρετ και έσπευσε να βοηθήσει τη μητέρα της να υποδεχθεί τους καλεσμένους της. Ο κύριος Θόρντον ένοιωσε πως με αυτή την ξαφνική εισβολή κανένας δεν μιλούσε στην Μάργκαρετ και ένοιωσε άβολα για  την ολοφάνερη παραμέληση. Όμως  ο ίδιος δεν την πλησίασε ˙ ούτε την κύτταξε. Μόνον  αντιλαμβανόταν , περισσότερο από τις κινήσεις οποιουδήποτε άλλου μέσα στο δωμάτιο,  τι έκανε – ή δεν έκανε- η Μάργκαρετ.

Η ίδια, δεν είχε καθόλου επίγνωση του εαυτού της και την ευχαριστούσε τόσο πολύ το να παρατηρεί τους άλλους ώστε δεν πέρασε  καν από τη σκέψη της ότι την είχαν παραμελήσει. Κάποιος την συνόδευσε στο δείπνο ˙ δεν κατάλαβε το όνομά του κι ούτε φάνηκε ιδιαίτερα διατεθειμένος να μιλήσει μαζί της. Η συζήτηση είχε φουντώσει ζωηρή ανάμεσα στους κυρίους ˙ οι κυρίες  ως επί το πλείστον σιωπούσαν και καταγίνονταν  στο να παρατηρούν τα του δείπνου   και να κριτικάρουν η μια το φόρεμα της άλλης.   Η Μάργκαρετ, αντιλήφθηκε γύρω από ποιο θέμα περιστρεφόταν η συζήτηση, της κέντρισε το ενδιαφέρον και άρχισε να παρακολουθεί με προσοχή. Ο κύριος Χόρνσφωλ , ο ξένος,  του οποίου η επίσκεψη στην πόλη ήταν αρχικά η αφορμή για το δείπνο,  έκανε ερωτήσεις σχετικά με το εμπόριο και τις βιομηχανίες στην περιοχή ˙ και οι υπόλοιποι κύριοι – όλοι από το Μίλτον-  του έδιναν απαντήσεις και διευκρινήσεις.  Ξεκίνησε κάποια διαφωνία η οποία γρήγορα φουντωσε ˙ είχε σχέση με τον κύριο Θόρντον ο οποίος μέχρι εκείνη τη στιγμή είχε μιλήσει ελάχιστα όμως  τώρα κατέθετε την άποψή του και μάλιστα τόσο εμπεριστατωμένα και με σαφήνεια ώστε ακόμα και οι αντιφρονούντες υποχώρησαν. Έτσι, η προσοχή της Μάργκαρετ στράφηκε στον οικοδεσπότη τους˙ η συμπεριφορά του οποίου ως κυρίου του σπιτιού και ψυχαγωγού των φίλων του ήταν τόσο ειλικρινής αλλά παράλληλα απλή και σεμνή  ώστε μπορούσε να χαρακτηριστεί απολύτως αξιοπρεπής. Η Μάργκαρετ σκέφτηκε ότι δεν τον είχε δει σε περισσότερο πλεονεκτική θέση. Όσες φορές είχε  επισκεφθεί το σπίτι τους, πάντα υπήρχε κάτι,   είτε  από υπερβάλλοντα  ζήλο, είτε από κάποιο είδος  θυμού και ενόχλησης που  τον έκανε να προϋποθέτει πως τον έκριναν άδικα  κι όμως αισθανόταν πολύ υπερήφανος για να προσπαθήσει να γίνει περισσότερο κατανοητός.  Όμως τώρα, ανάμεσα στους ομοίους του, η θέση του δεν είχε καμία αβεβαιότητα. Τον θεωρούσαν άνθρωπο με μεγάλη δύναμη χαρακτήρα και με ισχύ σε πολλούς τομείς.  Δεν χρειαζόταν να πασχίσει για να αποκτήσει   το σεβασμό τους. Τον είχε κερδίσει και το γνώριζε˙ και αυτή η γνώση έδινε μια  εξαιρετικά μεγαλόπρεπη ηρεμία στη φωνή και στους τρόπους του που η Μάργκαρετ δεν είχε αντιληφθεί άλλες φορές.

Δεν ήταν συνηθισμένος να μιλά με τις κυρίες γι αυτό και ό,τι έλεγε ήταν κάπως επίσημο. Στην ίδια τη Μάργκαρετ μετά βίας μίλησε. Προς μεγάλη της έκπληξη, η Μάργκαρετ, απολάμβανε το δείπνο. Τώρα πλέον γνώριζε αρκετά και μπορούσε να  καταλάβει πολλά από τα ενδιαφέροντα των ντόπιων – ακόμα και αρκετούς τεχνικούς όρους  που χρησιμοποιούσαν με άνεση οι εργοστασιάρχες. Τοποθετήθηκε ήσυχα αλλά με αποφασιστικότητα πάνω στο θέμα που συζητούσαν. Όπως και να ’χε  η συζήτηση  ήταν γεμάτη πάθος και θέρμη- όχι οι συνήθεις  κουβέντες με τις οποίες έπληττε τόσο στις δεξιώσεις  του Λονδίνου παλαιότερα. Απόρησε γιατί με όλους αυτούς τους εργοστασιάρχες και τους ανθρώπους του εμπορίου μαζεμένους στο ίδιο δωμάτιο, καμμία νύξη δεν έγινε για την απεργία που βρισκόταν σε εξέλιξη. Δεν γνώριζε ακόμα πόσο ψύχραιμα αντιμετώπιζαν οι εργοδότες τέτοια ζητήματα, για τα οποία θεωρούσαν μια και μόνη κατάληξη ως πιθανή.

Ήταν σαφές πως αυτοί οι άνθρωποι*   έσκαβαν μόνοι τους το λάκκο τους – όπως είχαν κάνει πολλές φορές στο παρελθόν ˙  αν όμως ήταν τόσο ανόητοι ώστε να εμπιστευθούν τις ζωές τους στα χέρια μιας ομάδας αχρείων αντιπροσώπων ,τότε θα έπρεπε να υποστούν τις συνέπειες. Κάποιοι θεωρούσαν ότι ο Θόρντον  φαινόταν άκεφος και ότι μάλλον θα έχανε από την απεργία. Ήταν όμως κάτι που θα μπορούσε να συμβεί και σε αυτούς ανά πάσα στιγμή  και ο Θόρντον μπορούσε να χειριστεί μια απεργία το ίδιο καλά με τον καθένα τους γιατί ήταν φτιαγμένος από την ίδια σιδερένια πάστα όπως όλοι τους στο Μίλτον. Οι εργάτες  με το προσπαθήσουν να παίξουν αυτό το ύπουλο παιχνίδι,  είχαν σφάλλει εντελώς όσον αφορούσε τον εργοδότη τους. Και ενδόμυχα γελούσαν περιπαιχτικά με τη σκέψη της ήττας και της ματαίωσης που θα δοκίμαζαν οι απεργοί προσπαθώντας να αλλάξουν έστω και το παραμικρό από αυτά που είχε δηλώσει ο κύριος Θόρντον.


Ήταν μάλλον πληκτικά μετά το τέλος του δείπνου για την Μάργκαρετ.
.....................................................

. Ξαφνιάστηκε όταν άκουσε την φωνή του κυρίου Θόρντον ακριβώς δίπλα της. « Πρόσεξα ότι  είχατε ταχθεί με το μέρος μας κατά τη διάρκεια της συζήτησης, έτσι δεν είναι  δεσποινίς Χέηλ;»

«Βεβαιότατα. Εντούτοις  γνωρίζω τόσα λίγα για το θέμα. Με εξέπληξε, εν τούτοις , η αποκάλυψη – σύμφωνα με τα λεγόμενα του κυρίου Χόρσφωλ-  ότι υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι έχουν την εκ διαμέτρου αντίθετη άποψη, όπως  αυτός ο κύριος Μόρισον για το οποίο μας μίλησε. Δεν μπορεί να είναι τζέντλεμαν, έτσι ;»

«Δεν είμαι αυτός που θα αποφασίσει για το αν κάποιος είναι τζέντλεμαν ή όχι, δεσποινίς Χέηλ.  Εννοώ ότι δεν καταλαβαίνω απολύτως την έννοια που δίνετε στην λέξη. Όμως θα έλεγα ότι ο κύριος Μόρισσον δεν είναι πραγματικός άνδρας. Δεν τον ξέρω, τον κρίνω με βάση τα λεγόμενα του κυρίου Χόρσφωλ.»

«Υποψιάζομαι ότι  ο όρος “τζέντλεμαν” περιλαμβάνει και τον ορισμό σας “πραγματικός άνδρας”.»

«Και πολλά περισσότερα, θα μπορούσατε να πείτε. Εγώ έχω διαφορετική άποψη.  Ένας αληθινός άνδρας είναι κατά την γνώμη μου ένα ον ανώτερο και τελειότερο από τον τζέντλεμαν.»

«Τι εννοείτε;» ρώτησε η Μάργκαρετ. «Μάλλον κατανοούμε με  διαφορετικό τρόπο τις λέξεις.»

«Θεωρώ ότι ο όρος “τζέντελμαν” περιγράφει ένα πρόσωπο στη σχέση του  με άλλα ˙ όμως  όταν  αναφερόμαστε σε αυτόν ως “άνδρα”,   λαμβάνουμε υπόψη όχι μόνον τη σχέση  του με τους συνανθρώπους του αλλά τη  σχέση με τον εαυτό του, με τη ζωή,  με τον χρόνο, με  την αιωνιότητα.  Για έναν μοναχικό ναυαγό–σαν τον Ροβινσόνα Κρούσο – έναν φυλακισμένο, έγκλειστο δια βίου στο μπουντρούμι, μα ακόμα κι έναν  άγιο στην Πάτμο,  μπορούμε να περιγράψουμε καλύτερα την αντοχή,  τη δύναμη και την πίστη του αναφερόμενοι σ’αυτόν ως  “άνδρα”.  Έχω βαρεθεί την χρήση  της φράσης “ως τζέντλεμαν”, η οποία θεωρώ ότι χρησιμοποιείται λάθος και συχνά εντελώς  καταχρηστικά, ενώ η πλήρης απλότητα του ουσιαστικού “άνδρας” και του  επίθετου “ανδρείκιος” παραγνωρίζεται – αναγκάζομαι λοιπόν να το κατατάξω στην «αργκό» της εποχής.

Η Μάργκαρετ  έμεινε να σκέφτεται για ένα λεπτό αλλά πριν προλάβει να δώσει εκφράσει  ότι βαθμηδόν είχε πειστεί, τον φώναξαν με ιδιαίτερο ζήλο   κάποιοι  εργοστασιάρχες. Δεν μπορούσε να ακούσει τα επιχειρήματά τους αν και ήταν σε θέση να καταλάβει τις ερωτήσεις τους  από τις απαντήσεις που έδινε ο κύριος Θόρντον: σίγουρες και σταθερές  σαν  ευθείες βολές από  όπλο. Προφανώς μιλούσαν για την απεργία και πρότειναν ποιά μέθοδο θα ήταν καλύτερα να ακολουθήσουν. Άκουσε τον  κυριο Θόρντον να λέει:
«Αυτό έχει ήδη γίνει.» Ακούστηκε ένα βεβιασμένο μουρμουρητό στο οποίο προστέθηκαν δύο τρεις ακόμα φωνές.
«Τα πάντα έχουν κανονιστεί.»
Κάποιες αμφιβολίες υπαινίχθησαν, κάποιες δυσκολίες εκφράστηκαν από τον κύριο Σλίξον, ο οποίος κράτησε τον κύριο Θόρντον από τον αγκώνα  για να δώσει έμφαση στα λόγια του. Ο κύριος Θόρντον τραβήχτηκε κάπως και με ένα ελαφρύ ύψωμα του φρυδιού, είπε:
«Αναλαμβάνω το ρίσκο. Εσείς δεν χρειάζεται να συμμετάσχετε εκτός αν το θελήσετε.» Εντούτοις κάποιοι φόβοι παρέμεναν ακόμα.

«Δεν φοβάμαι κάτι παρά έναν αχρείο εμπρησμό. Βρισκόμαστε σε ανοιχτή σύγκρουση και είμαι σε θέση να προστατεύσω τον εαυτό μου έναντι όποιασδήποτε βίας μπορώ να αντιληφθώ. Επομένως θα προστατεύσω και όλους όσους έρθουν να εργαστούν για λογαριασμό μου. Ήδη έως τώρα έχουν καταλάβει τόσο καλά όσο κι εσείς το πόσο είμαι αποφασισμένος.»

Ο κύριος Χορσφωλ τον πήρε παράμερα για να του θέσει – όπως νόμισε η Μάργκαρετ- κάποιες ακόμα ερωτήσεις σχετικά με την απεργία . Στην πραγματικότητα όμως ήθελε να ρωτήσει για την ίδια  – ποια ήταν: Τόσο ήρεμη, τόσο επιβλητική, τόσο όμορφη.
«Είναι από το Μίλτον;» ρώτησε μόλις πληροφορήθηκε το όνομά της.
«Όχι. Από το νότο της Αγγλίας – νομίζω από το Χάμπσάϊρ» ήρθε η ψυχρή, αδιάφορη απάντηση.

Η κυρία Σλίξον απασχολούσε την Φάννυ πάνω στο ίδιο θέμα.

«Ποια είναι αυτή η κομψή, ξεχωριστή κοπέλα ; Αδελφή του κυρίου Χόρσφωλ;»
«Ω, μα όχι, φυσικά ! Να, ο κύριος Χέηλ ο πατέρας της, μιλάει τώρα με τον κύριο Στήβενς. Δίνει μαθήματα, μελετά δηλαδή με νεαρούς. Ο αδελφός μου ο Τζων πηγαίνει στο σπίτι του για μάθημα δύο φορές την εβδομάδα, έτσι παρακάλεσα τη μητέρα να τον  καλέσει σήμερα, με την ελπίδα ότι θα γνωρίσει κόσμο. Νομίζω ότι έχουμε κάποια από τα φυλλάδια των μαθημάτων του, αν  θέλετε ένα.»
«Ο κύριος Θόρντον! Μα, βρίσκει στ’αλήθεια το χρόνο  να μελετά με δάσκαλο εν τω μέσω όλων των επαγγελματικών του υποχρεώσεων και μάλιστα έχοντας να διαχειριστεί και αυτήν την απαίσια απεργία ;»
Από το ύφος της κυρίας Σλίξον, η Φάννυ δεν ήταν σίγουρη αν θα έπρεπε να αισθανθεί υπερηφάνεια ή ντροπή για την διαγωγή του αδελφού της. Και όπως όλοι όσοι επιτρέπουν σε άλλους να τους υπαγορεύσουν πώς «οφείλουν» να αισθανθούν, προτίμησε να κοκκινήσει. Η αιδημοσύνη της διεκόπη από την αναχώρηση των καλεσμένων.

* Εννοεί τους εργάτες.

4 σχόλια:

  1. Πολύ όμορφη η περιγραφή του δείπνου.
    Η Μάργκαρετ όπως πάντα, παρατηρεί και κρίνει τα πάντα. Μου αρέσει αυτό που κάνει.
    Δεν νομίζω πως η κοινωνία του Μίλτον είναι προετοιμασμένη για μία κοπέλα που σκέφτεται και δεν διστάζει να εκφράσει αυτά που σκέφτεται....Μάλλον όμως δεν θα είναι απροετοίμαστο μόνο το Μίλτον για μία τέτοια κοπέλα. Διαφέρει πολύ από τα πρότυπα της εποχής. Ο κύριος Θόρτον μαγνητίζεται από αυτό. Και η Μάργκαρετ όμως βλέπει χαρακτηριστικά στην συμπεριφορά του που δεν ήταν εμφανή μέχρι τώρα. Της αρέσει ο ήρεμος και αποφασιστικός τρόπος που αντιμετωπίζει τους ομοίους του. Είναι και οι δύο προσωπικότητες με άποψη και είμαι περίεργη να δω πως θα εξελιχτεί αυτό το παιχνίδι των λέξεων και σκέψεων που γίνετε μεταξύ τους.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Έχεις απόλυτο δικιο, Χρύσα!
    Είναι εντυπωσιακό πως και ο Θόρντον και η Μάργκαρετ δείχνουν να ξέρουν ανά πάσα στιγμή ο ένας πού βρίσκεται και τί κάνει ο άλλος ! Σαν να μην υπάρχουν άλλοι γύρω τους ! Η Μαργκαρετ θυμίζει αρκετά την Ελίζαμπεθ Μπέννετ. Και οι δυο ηρωίδες μοιάζουν να απαξιώνουν το ρόλο που έχει καθοριστεί από την κοινωνία για την γυναίκα και ενδιαφέρονται για πράγματα πολύ πέραν των στενών ορίων της μόδας, της διακόσμησης και του σπιτιού.
    Νομίζω ότι η Μαργκαρετ με το έντονο ενδιαφέρον που δείχνει για τα των εργοστασίων θυμιζει αρκετά την μαμά Θόρντον - όχι οτι θα το παραδεχόταν ποτέ καμμιά τους....!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Τέλεια! Διάβασα μονοκοπανιά από το κεφάλαιο 12. Είχα καιρό να μπώ. Τρομάζω και να σκεφτώ τον κόπο σου για αυτό το υπέροχο αποτέλεσμα. Τα συγχαρητήριά μου και στα υπόλοιπα μέλη της ομάδας!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. ανυπομονώ για την συνέχεια. μπραβο σου!!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή